ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ‘’ΓΙΑΤΙ;’’
Όταν πέρασε λίγο η ώρα, ο στρατιώτης σηκώθηκε πια από κάτω, συνειδητοποιώντας ότι ο άλλος στρατιώτης ήταν νεκρός. Πήρε τα πράγματα του και έφυγε από εκεί. Την επόμενη ημέρα δεν πήγε στην μάχη. Προσποιήθηκε ότι ήταν άρρωστος και έκατσε στην σκηνή του. Πολλές σκέψεις τον περιτριγύριζαν και τον τρέλαιναν. Είχε τύψεις και δεν μπορούσε να συγχωρέσει τον εαυτό του. Ευχαριστούσε βέβαια τον θεό που δεν είχε πεθάνει αυτός, αλλά λυπόταν εκείνο τον καημένο τον άνθρωπο. ‘’Σίγουρα σαν και εμένα θα ήταν’’ σκεφτόταν. Δεν ήθελε να ξανά πολεμήσει.
Τελικά πήρε άδεια, αυτός και κάποιοι άλλοι από την χώρα του, και έτσι μπόρεσαν και γύρισαν πίσω στα σπίτια τους για λίγο καιρό. Όταν έφτασε, η μητέρα του τον περίμενε με δάκρυα χαράς στα μάτια ενώ ο πατέρας του ήταν περήφανος για αυτόν. Πίστευε ότι θα ήταν ευτυχισμένος τώρα που γύρισε. Είχε σκοπό να παντρευτεί και μια κοπέλα από το χωριό. Ήταν όμορφη, καλή και την ήξερε από παιδί. Επίσης πίστευε ότι κάνοντας οικογένεια θα μίκραινε λίγο τον πόνο της στεναχώριας γιατί θεωρούσε ότι είχε χάσει τον αδελφό του, έναν αδελφό που δεν είχε πότε.
Πέρασαν δύο χρόνια. Ο στρατιώτης κατάφερε να παντρευτεί και να αποκτήσει ένα γιο. Δεν πήγε σε πόλεμο ξανά αφού τέλειωσε και την θητεία του στον στρατό. Μπόρεσε να έχει μια ήρεμη ζωή, μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Πέθανε μερικές μέρες μετά τον χαμό της γυναίκας του σκεφτόμενος ότι δεν θα μπορέσει να είναι μόνο με αυτήν για πάντα, αλλά και με τον στρατιώτη που είχε σκοτώσει. Ήθελε να τον δει αλλά περισσότερο να του εξηγήσει πόσο πολύ είχε μετανιώσει που του στέρησε όλα τα καλά της ζωής, όλα αυτά που αυτός είχε. Όταν ήταν στην ζωή όμως, το θυμόταν σχεδόν κάθε μέρα. Κάποιες φορές τον ονειρεύονταν. Ονειρεύονταν ότι ήταν φίλοι, και γιόρταζαν μαζί. Στα όνειρα του, φαινόταν σαν να τον είχε συγχωρέσει. Και έτσι ξυπνούσε πάντα με ένα χαμόγελο. Κάθε χρόνο, όταν έφτανε εκείνη η μέρα, αυτή που τον είχε σκοτώσει, πήγαινε στην εκκλησία, άναβε μια μεγάλη λαμπάδα και προσευχόταν. Και όταν έκαναν την συγκέντρωση του στρατού, για να τιμήσουν τους πεσόντες, αυτός τιμούσε και τον εχθρό του. Γιατί έτσι πρέπει να κάνουμε όλοι, χωρίς εξαιρέσεις.
Κατερίνα Π. 25-4-2014